|
το 1) цветочек; ~ τού αγίου Γεωργίου — ромашка; 2) перен. распутник, развратник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово цветочек? — λουλουδάκι как на (ново)греческом будет слово распутник? — λουλουδάκι как на (ново)греческом будет слово развратник? — λουλουδάκι как с (ново)греческого переводится слово λουλουδάκι? — цветочек, распутник, развратник — μικροκομματικός — κρατικοδίαιτος — ακοινοποίητος — ξηρασία — πυροβολητής — επιπεδοσφαιρικός — αφέλκω — σωριάζομαι — φαληρικός — κοκκοφοίνικας — εξαρτώ — διπλώνω — γαλιάνδρα — απαγγελία — μεταπλάσσω — εμπίεζω — λιθογνώμων — μανταλάκι — ρόταρυ — γεωτρητικός — εξαναγκαστικός |
|||