|
полуоткрытый, приоткрытый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полуоткрытый? — ημιανοιγμένος как на (ново)греческом будет слово приоткрытый? — ημιανοιγμένος как с (ново)греческого переводится слово ημιανοιγμένος? — полуоткрытый, приоткрытый — αιματοκατούρημα — μικροσκόπηση — ωτοσκοπία — ελεγεία — ξεφραγμένος — οβελισμός — αγνωστικιστής — ξεστομίζω — αλκαλιούχος — ψειρού — αυτεπαγγέλτως — σάλος — απόχη — γηθόσυνος — παντοχρωμία — αγριόγατος — κουμπωτός — καλοκουβεντιάζω — περίγειος — γκριζούλης — ξεκουμπίζω |
|||