Новогреческий словарь
τοιχοκόλληση
τοιχοκόλληση
η
расклейка, расклеивание
(на стенах)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
расклейка
? —
τοιχοκόλληση
как на
(ново)греческом
будет слово
расклеивание
? —
τοιχοκόλληση
как с
(ново)греческого
переводится слово
τοιχοκόλληση
? — расклейка, расклеивание
#
(ново)греческий словарь
—
νηματουργία
—
κατεπείγον
—
αντιπροσαγόρευση
—
τσιγαρόχαρτο
—
αγκυροβόλιο
—
συβάζω
—
πικαρίζω
—
ευημερώ
—
χλεύη
—
Χερουβείμ
—
αψινθάτο
—
γόβάκι
—
μεταλλάζω
—
πτωχικός
—
δυσμηνόρροια
—
μισόκλειστος
—
γδαρτός
—
επωφελής
—
απαιδευσία
—
απόλιγο
—
άξυλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,