|
кожаный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кожаный? — πετσένιος как с (ново)греческого переводится слово πετσένιος? — кожаный — παλαιό- — ψυχοφυσιολογικός — πυοδερμία — μεγάκυκλος — ευθύδικος — πρωτόλειο — ξομολογητής — ακήρυκτος — μαγκούστα — στυλοβάτης — ξεβουλώνω — αυλοειδής — αντιφεγγίζω — αναφέρσιμος — πυρομαχικά — μικροβιομετρία — εμπειριαρχία — αβύζαστος — ζημιογόνος — κιμωλία — εξαγωγεύς |
|||