|
ο лигнит (разновидность) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лигнит? — πισσάνθραξ как с (ново)греческого переводится слово πισσάνθραξ? — лигнит — χρηματολαγνεία — δικατάληκτος — σκότα — αχώρητος — πιερόττος — επωάζω — ούρλιασμα — κριθαράκι — μεσίτρια — δούγια — εμπέτασμα — επεχόμενον — ανάφραντος — βοή — μακροζωία — περιστερά — αντέφεση — δεματάρα — ζητω — ζανταλώνω — πλαταράκια |
|||