|
το микрон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово микрон? — μικρόν как с (ново)греческого переводится слово μικρόν? — микрон — εντείνω — μοργανατικός — επιρροή — γοργότητα — σύνθλιψη — άπορος — φεγγαροκυρά — διττογροφώ — Ελβετία — ασπάρακτος — ρεφερέντουμ — διερευνητής — κυπαρισσένιος — ευλυγισία — δίσφαιρο — κέντρο — στολισμός — εγκατάσταση — λουβί — εξαπολύω — τρυπητήρας |
|||