Новогреческий словарь
ξετραχηλισμένος
ξετραχηλισμέν|ος
декольтированный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
декольтированный
? —
ξετραχηλισμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ξετραχηλισμένος
? — декольтированный
#
(ново)греческий словарь
—
αφέγγαρος
—
τραχύς
—
κουνέλα
—
ευτέλεια
—
πλουσιοπάροχος
—
εικοσιτετράωρο
—
πονηρεύω
—
επτάτονος
—
ομόρρυθμος
—
ἡσσάομαι
—
σάλαγος
—
ασυνόψιστος
—
εκτιμητής
—
οδοντάγρα
—
υπόστεγο
—
μπιμπερό
—
λεξικολογικά
—
σανατόριο
—
εκτόπισμα
—
επίγραμμα
—
οργανογραφία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,