αντιασφυξιογόν|ος

формы словаβ
αντιασφυξιογόν|ος
противогазовый;
          ~η προσωπίδα — противогаз



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово противогазовый? — αντιασφυξιογόνος
как с (ново)греческого переводится слово αντιασφυξιογόνος? — противогазовый


σιτάλευροομοφυήςμαναβέλλαφετιχιστήςαιμοπορφυρίνηακάιοναβλεψίακάνανεγνωριάχρησμοδοτικόςφορτσαρισμένοςμικροκύματαοριζόντιαδυσαρθρίαανάεραεγκαθήλωσηδιαφημίζωψυχολογοκρατίααποχαιρετισμόςοστικόςζαχαροκάλαμο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit