|
портретный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово портретный? — προσωπογραφικός как с (ново)греческого переводится слово προσωπογραφικός? — портретный — διέστην — κάρωση — αεροθέρμανση — παρακλέβω — μουλαράς — πηλάλα — πανστρατιά — τραγέλαφος — αναδημοσιευμένος — ανημπορεύω — εμμηνορρυσιακός — αντικοινοβουλευτικά — υπομονητικός — βραχνόφωνος — φιλάρπάγος — λόγχη — φωνασκία — άδουλος — τυπογράφος — ράσπα — προσμετρώ |
|||