|
восстанавливать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово восстанавливать? — ανασυνιστώ как с (ново)греческого переводится слово ανασυνιστώ? — восстанавливать — ετερόγαμος — χωριστής — επιρρέω — δεκαπλασίαση — ανθυπομειδιώ — διατυπώνω — συκομαγίδα — Αυγουστής — υπαρξιστής — εκριζώνω — ηλιολατρικά — μεταλλοξείδιο — πιλαλάω — χούϊ — φούρνάρικο — γνωμίζω — καρυδένιος — φυγομαχία — παιδογέννεση — τερπνό — περιπόθητος |
|||