Новогреческий словарь
περβέρι
περβέρι
το
полог
(над кроватью новобрачных)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
полог
? —
περβέρι
как с
(ново)греческого
переводится слово
περβέρι
? — полог
#
(ново)греческий словарь
—
νεροκουβαλητής
—
ρυμουλκώντας
—
ξυλόσπιτο
—
διάνοια
—
πταίω
—
επικοινωνιολόγος
—
φύραμα
—
ψιαθοπλόκος
—
συμπόνεση
—
χαζοκουβέντα
—
Γεωργιανός
—
σπαργάνωμα
—
πιεστής
—
σημύδα
—
μαβής
—
λινόσπορος
—
ξεσκονίστρα
—
εγωμανής
—
σκωληκόβρωτος
—
δισάκκι
—
νεκροτομία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,