|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σαβουριάζω? — — νοεμβριάτικος — αντιζυγιάζω — σαφηνιστικός — αγουρογεράζω — ρεματιά — σκιρωνοζέφυρος — ανδρισμός — κόσμος — ανασκουμπωμένος — ουσία — μήλωση — υπεραισθήσεις — πετροκοπιό — οψιμάδα — τερηδονίζομαι — βαλάντιο — σμιχτός — χηνάκι — ρακιτζής — σοφολογιώτατος — ναυαγιαιρεσιακός |
|||