|
η яловая овца #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово яловая овца? — στερφοπροβατίνα как с (ново)греческого переводится слово στερφοπροβατίνα? — яловая овца — παραλογίζομαι — αμελάνωτος — ειλημμένος — ξεκρεμάω — κακόμορφος — μήτηρ — κολποσκόπιο — μυελασθένεια — περιπάθεια — κακοφέρνομαι — εντέχνως — μαιτρέσσα — εξαγορευτής — φιλοσοφώ — σβεστήρας — αυξησιμετρία — λεμφαδενίτις — ευφημισμός — καραγκιοζλίδικος — παρακολούθηση — μπαγιάτικος |
|||