|
αόρ. от λαγχάνω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ελαχον? — — ανθομυρίζω — άσφαλτωνω — τελεσφόρος — διετία — γαλατσόχορτο — αυτογνωσία — βαθιοκοιμίζω — μηνιαίος — ξυλόγατα — κακονυχτίζω — στιγμιογράφηση — εμποροπανηγύρη — μπουρνελιά — αποξεκάνω — χρεωλυτικός — μολπή — δράστης — αλαφράγκα — τρωγομαι — εξαιρετικός — Μητρώον |
|||