|
дорический; ~ ρυθμός — дорический стиль #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дорический? — δώριος как с (ново)греческого переводится слово δώριος? — дорический — εξαίσιος — στέμμα — ιστορικής — στεγανός — σκουλήκιασμα — αλλοίωση — βιβλιεκδότης — ιστοσελίδα — αξόμπλιαστος — φαλάκρα — βαρύτονος — γελασμένος — απρόσκοφτος — δασύφυλλος — φελλένιος — νάγια — πρωτάθλημα — εικονογραφημένος — κοντούλα — αυτοματικός — Λιθουανή |
|||