Новогреческий словарь
ζευγίτης
ζευγίτης
ο
пахарь, землепашец
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пахарь
? —
ζευγίτης
как на
(ново)греческом
будет слово
землепашец
? —
ζευγίτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
ζευγίτης
? — пахарь, землепашец
#
(ново)греческий словарь
—
γυμναστήριο
—
περιπτύσσομαι
—
ογδοηκοντοετής
—
πάγουρας
—
κατακόβομαι
—
αχθοφορικά
—
δούγια
—
αλουλούδιαστος
—
επικοπίδα
—
απάλιωτος
—
αντιβοώ
—
αναδιαπαιδαγωγώ
—
καρτερικός
—
αποσαρκώνομαι
—
Σεβαστούπολη
—
ευγονία
—
διορία
—
έκκριμα
—
χιλιαπλάσιος
—
εύχομαι
—
φαντάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,