|
ο его высочество #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово его высочество? — υψηλότατος как с (ново)греческого переводится слово υψηλότατος? — его высочество — τσύνουρο — σημαιοφόρος — νοσηλεύομαι — πιστώνω — βελάζω — πουγγί — νοθεία — αποχέτευση — ακήδευτος — πισώπλατος — μηναίον — αρτηριοσκληρωμένος — αλλέγρος — γκάβακας — γαλακτοκομείο — τυροποιω — ιεραποστολή — διαπυητικός — πιάνομαι — απαστράπτων — τρυπώ |
|||