|
η мед. дерматология #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дерматология? — δερματολογία как с (ново)греческого переводится слово δερματολογία? — дерматология — αποσιγάζω — ανηλώθην — εντομικός — θρασύς — καυκάσιος — βεβιασμένος — δηλώνοντας — κατιμάς — διαμφισβητώ — ανεπίσακτος — σύνοφρυς — αποδοτέος — μυθιστόρημα — παλλακεία — απύθμενος — μεσοσαράκοστα — εκεχειρία — βοτάνισμα — αναζωγραφώ — κατακλυσμός — αμαυρωτικός |
|||