αφάρμακ|ος

формы словаβ
αφάρμακ|ος
без лекарств



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово без лекарств? — αφάρμακος
как с (ново)греческого переводится слово αφάρμακος? — без лекарств


δερβέναγαςελασματοποιώσπιριτουαλισμόςδελεάζομαιαυτοκατάλυσηεννεοσύλλαβοςμετρητηςνάρθηκαςγουρμάζωσπαρτικόςσημαιοστολισμένοςψυχογένεσηφουμαρίαανηλικιότητααπροειδοποίητοςπαρελθοντολογώαστρατολόγητοςμεζέςκρατικοποίησηχρησιμεύωπτυχώνομαι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit