|
косой (о глазе) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово косой? — ζαρός как с (ново)греческого переводится слово ζαρός? — косой — αντικατάστατο — αναφτερώνω — αναρχία — ελάτη — σπερδούκλα — αναστάτωμα — αντιστήριγμα — ηθικολογώ — βουσυκιά — εναγώνιος — τιμούμαι — ποδοκροτώ — μικροβιομηχανία — πολιορκητικός — αποτελειωμός — λεπτόφλουδος — γνωστοποιούμαι — περμανάντ — κάρτ-ποστάλ — φριχτά — Πορτογάλλος |
|||