|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κοκάλωμα? — — οπισθενεργητικός — κρόταφος — τρυπανίζω — εύθρυπτος — διωρυγόκλειθρον — πρώτος — πέλαγος — βιοκλιματολογία — σελήνη — χέστης — σφιχτήρας — ψηφίζω — οπτασιάζομαι — γελέκος — εικοσαήμερο — χοροστατώ — εξαρμοστήρας — άισμπεργκ — χέλι — αλχημεία — μουρουνέλαιο |
|||