|
делать аборт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово делать аборт? — εξαμβλώνω как с (ново)греческого переводится слово εξαμβλώνω? — делать аборт — φιλοφροσύνη — γραφομανής — οικολογία — γνωριστικός — σταυροπόδι — ετερόνομος — απροσχεδίαστος — υπέρθυρος — τρίαινα — υπαπαντή — καννάβι — θάφτω — ηλεκτρώσμωση — αυλάκωμα — περίμετρος — βραδυκίνητος — πτυχίο — δέψης — στραβοδίβολος — έμβασις — ηγουμενεία |
|||