Новогреческий словарь
εξαμβλώνω
εξαμβλώνω
делать аборт
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
делать аборт
? —
εξαμβλώνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξαμβλώνω
? — делать аборт
#
(ново)греческий словарь
—
αντιπρυτανεία
—
προσλαμβάνω
—
απόκρημνος
—
μοσκοβόλημα
—
φαρδής
—
γαρμπής
—
ευδοκίμηση
—
σύναπαντιούμαι
—
πρωτιά
—
ασφαλιστήριος
—
άγροικος
—
γυφτολάσι
—
ετμήθην
—
αμολόητος
—
αλλόθρησκος
—
υπέρξηρος
—
ψευτάκος
—
καπάτσος
—
λιάνωμα
—
διαξαίνω
—
καλοκαιρία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,