|
вырытый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вырытый? — σκαφτός как с (ново)греческого переводится слово σκαφτός? — вырытый — ανεμογενής — αγρονομικός — αβγατίζω — ξεγύμνωμα — συσκευασία — ανησυχία — άισμπεργκ — λειξιάρης — επεκτατικός — μοβόρικος — σφάλαγγος — μυγδαλιά — ελκυσμό — φωτοφοβία — συμφοιτητής — αμαλγαματικός — σκολόρθα — κανταδόρος — νεφρόλιθος — πενηντάχρονος — ξάπλωμα |
|||