|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αρίφνητα? — — κουνελοτροφείο — πλαστικοποιούμαι — διαχυτικός — πληρεξουσιοδοτώ — θρησκεία — ξέκρεμος — συμφιλιωμένος — προτάσσομαι — αχή — προσεπιμέτρηση — βρεφοζυγός — ανεμυαλιά — ασκανδάλιστος — καμφορέλαιο — ανάδεσμος — βρεφοκομία — εθνοτικός — αφιλοστοργία — ναύθετον — ρεφερέντουμ — πλαστούργημα |
|||