|
идеализирующий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово идеализирующий? — εξαϋλωτικός как с (ново)греческого переводится слово εξαϋλωτικός? — идеализирующий — γαστροκνημία — μεθυστικός — μονοδιάστατος — αλυσόκλειστος — μελανοχίτων — μυθοποίηση — οινοπνευματόμετρο — ακριτοεπής — κατσικόδρομος — ασπρουλιάρης — γαλίφικος — γκροτέσκο — σύνοψη — επιτιθέμενος — δρακόντι — εξεγείρω — παγίδι — αβομβάρδιστος — δυσάρμοστος — θύννος — ψυχτικός |
|||