διδακτισμός

формы словаβ
διδακτισμός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово διδακτισμός? —


έβηναπολεσθένταεγέρθητισουβλίζωκυανιούχοςψαράδικοεπίφρακτοςαπαράκαμπτοςσελήνιονσέσκουλοαρτυσμαστένωεκφέρωφυσιούμαιμεσιακάρικοςεθνικιστήςυπεριτίασηνεκροθάπτηςδιάστημαανοιχτόχρωμαεξηκονταετής




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit