|
το водород #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово водород? — υδρογόνο как с (ново)греческого переводится слово υδρογόνο? — водород — αιτιολογικό — κάψωμα — εθνοφύλακας — καφτός — ξεπροβόδημα — βαμβακοπυρίτις — βιοχημεία — ακαλόπιαστος — ταύτιση — σοσιαλισμός — ανέμελα — σαρδελλοβάρελο — έπαλξη — άφτυστος — λαιμητόμος — ναυπηγική — θάλλω — αγενής — ανόστεος — πλατάγισμα — Θεσσαλία |
|||