πλημμελώς

формы словаβ
πλημμελώς



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово πλημμελώς? —


αντινομικόςοφικιάλιοςάλογοοφειλέτηςαντανακλώδιοιρισμένοςοροθέσιοσταφιδόψωμοαντίμετραεπίλεπτοςαμονογράφητοςξεροτηγανίζωεναπόθεσιςλιάζομαιγομώνωεξευρωπαΐζωκαταπόδιαυτοτιτλοφορούμενοςχρονισμόςΣαββατοκύριακομολυβένιος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit