|
искать вшей (у себя) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово искать вшей? — φθειρίζομαι как с (ново)греческого переводится слово φθειρίζομαι? — искать вшей — δεντρόκηπος — Ταξιάρχης — αταύτιστος — καταμετρητικός — γαργαλίζομαι — επιφυλλιδογραφία — κοιμήσης — αντιπαρέρχομαι — υαλουργία — ξαγκιστρώνω — καμιναράς — κοκκωτός — δωδέκατο — δρωπίκι — θησαορός — πρόσοψη — εικοσαριά — φρόνηση — σωματότυπος — κόσμια — θαλασσώνω |
|||