|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φαν? — — ναρκισσιστικός — νίψη — αντιπολιτεύομαι — ανατυλίσσω — πιθαμφορέας — ανακάρδιο — ατρόμαχτος — αποπαίδι — τόρνος — φούσκα — φερώνυμος — φωταγωγός — εφημερίς — σκολόπακος — συνοριακός — νευροφυτικός — διαστημόμετρο — καπλάντισμα — βίδωμα — καραβόσχοινο — απέχω |
|||