|
το можжевельник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово можжевельник? — αρδίτσι как с (ново)греческого переводится слово αρδίτσι? — можжевельник — επιτετραμμένος — διευκρινιστικός — τσιμπηματάκι — καρεκλοπόδαρο — ξεπλυμένος — ασκοθύλακας — τέσσαρες — έγγαμος — γλυκοφέγγω — επικράτεια — αντιποιούμαι — χερακώνω — ωκυτόκος — διαπνοϊκός — φελούκα — καρκίνος — μυριστικός — γίγαρτον — ημίπαυση — Ιάπων — μεσουράνηση |
|||