|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μελιχρότητα? — — νωθρά — αδιέξοδος — αναδημιουργώ — επιπλέκω — εγωτιστής — κατσίκι — αποσπώμαι — μικροχειρουργική — ορμονικός — βιβλιοσυλλέκτις — ανάγλυπτος — τριακοσιοστός — ειρηνοφόρος — νοσομανής — φυσιοκράτης — αοριστολόγος — αμάχητα — ιεροδιδάσκαλος — σκαριφώ — βούλα — χαιρετιστήριος |
|||