Новогреческий словарь
κυριαρχημένος
κυριαρχημένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
κυριαρχημένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
προφανής
—
εννεακισχίλιοι
—
επείπον
—
ηλεκτρομετρικός
—
αδιευκρίνητος
—
νηστεύτρια
—
αποψίλωση
—
μεγαλουσιάνος
—
δυσθεώρητος
—
πάμπτωχος
—
ακαψάλιστος
—
κουίντέττο
—
γυνή
—
έφορος
—
Ρουμανίδα
—
σφηνώνομαι
—
εταστικός
—
παρωκεάνειος
—
ξενέθω
—
προσπελασιμότητα
—
σκυλιάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве