Новогреческий словарь
βούλιτο
βούλιτο
το
коровий помёт
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
коровий помёт
? —
βούλιτο
как с
(ново)греческого
переводится слово
βούλιτο
? — коровий помёт
#
(ново)греческий словарь
—
περιδινής
—
βιταμινικός
—
κύστη
—
παραλείπω
—
προπλασμός
—
γλυκορητώ
—
ευθυμογραφικός
—
συμπαθώ
—
παρατονία
—
βοσκάρης
—
μόνωση
—
ασματογράφος
—
πέλαγο
—
αντίδραση
—
τρισκελής
—
εορτή
—
θεματογραφία
—
ολόσωμος
—
φιλοψευδής
—
αμάχη
—
ολόψυχα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,