|
το шепоток, шушуканье #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шепоток? — κρυφομίλημα как на (ново)греческом будет слово шушуканье? — κρυφομίλημα как с (ново)греческого переводится слово κρυφομίλημα? — шепоток, шушуканье — πορνοβοσκία — βασίζω — ηλιοβούτημα — ριπαίος — αμφικτίονες — καμάκωμα — μισοχρονής — γλείφομαι — φραγκοράφτης — οποσοσδήποτε — γκλίτσα — βρογχεκτασία — κατοικητήριον — ερυθρόπους — πολυφίλητος — θεόκουφος — χαννικό — σπουδαστήριο — σιαλίζω — αμφιμήτριος — ακόντιση |
|||