Новогреческий словарь
υπεροξίδιο
υπεροξίδιο
το хим.
перекись
;
~ υδρογόνου — перекись водорода
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
перекись
? —
υπεροξίδιο
как с
(ново)греческого
переводится слово
υπεροξίδιο
? — перекись
#
(ново)греческий словарь
—
ξεκρεμάω
—
χορεύγω
—
μέσπιλον
—
μαγειρεύω
—
καθρεφτάς
—
μπατζανάκαινα
—
δασμολόγος
—
λεπτολογία
—
ακροκυάνωσις
—
ερυθροκύτωσις
—
ανασυζητώ
—
καλλωπίζομαι
—
ψωμολυσσώ
—
ζουζούνισμα
—
ολονυχτία
—
κατοπτρίζομαι
—
μάζα
—
ταπεινωτικός
—
ουροκυστίτιδα
—
περιορισμένος
—
θεσμοδότημα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве