Новогреческий словарь
γυμναστικός
γυμναστικός
гимнастический; физкультурный
;
~ές ασκήσεις — гимнастические упражнения
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
гимнастический
? —
γυμναστικός
как на
(ново)греческом
будет слово
физкультурный
? —
γυμναστικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
γυμναστικός
? — гимнастический, физкультурный
#
(ново)греческий словарь
—
χαρτοσήμανση
—
επίσχεση
—
τορνευτός
—
υπαρξισμός
—
δίσκελο
—
απόκρια
—
λευκοφρουρός
—
βρίξιμο
—
πρωτεύουσα
—
μαϊμουδίστικος
—
συντυχάννω
—
δετικά
—
βροντερός
—
δασύτης
—
αποποίηση
—
διακλαδωτικός
—
καταριούμαι
—
σπληνεκτομή
—
ανύχι
—
χωρομετρικός
—
ανημπορεύω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,