|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγιόνερο? — — εκατοντάδραχμος — εκφοβώ — παιδιαρίσματα — μετεργασιακός — φραγκόκοττα — αλευροπόλεμος — χλωρότητα — πλείστος — γαζής — αιθερομανής — κουβαλητός — πατέρα — τολμητής — κακοήθεια — πυκνοφούντωτος — φέρομαι — ίδρωμα — μαστοφόρος — εκθαμβωτικός — ανθρωπινά — γεωπόνος |
|||