|
η мед. эндофлебит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово эндофлебит? — ενδοφλεβίτις как с (ново)греческого переводится слово ενδοφλεβίτις? — эндофлебит — επίγονος — δολλάριο — παραβάλλομαι — καραπουτανάρα — τσουβαλάκι — ογκάνισμα — αλκή — διαρκής — τσινάω — αυτοελέγχομαι — τρακάρω — πάνδεινα — κρεάτινος — ρέστα — τεντωμένος — συμβατικός — ηθικότητα — δαμάλι — βαγαποντιά — ποάνθραξ — ξαναφκιάνω |
|||