|
требующий отсрочки #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово требующий отсрочки? — αναβλητέος как с (ново)греческого переводится слово αναβλητέος? — требующий отсрочки — εσάπην — χελωνιάρης — πυοδερμίτις — μαστός — κολποσκόπιο — διήκω — εκκρίνω — χαροκοπάω — κατουρλοκάνατο — έλξη — ξεφουσκωμένος — λαγόκαρδος — ετερόχθων — γιαλό — ξεπουλημένος — σιδηρόδεσμος — συναιτιότης — αποτρίβω — λιτότητα — φαρί — δακτυλόγραφος |
|||