|
το сладкий лимон (плод) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сладкий лимон? — γλυκολέϊμονο как с (ново)греческого переводится слово γλυκολέϊμονο? — сладкий лимон — εγνοιάζομαι — φιαλοθέτης — αριστερίστρια — ανασυγκροτικός — πρωτοβγαίνω — γοργοπέρασμα — κλαυθμύρισμα — ξεβίδωμα — ζουζουνίτσα — κεντρί — ανεξουσιοδότητος — εκδίδω — εμπειρογνώμων — γαλακτερά — ρημαδιακός — βιαιοπάθεια — φλομώνω — προπαππούς — γροθοκοπανάω — στουμπάνισμα — αδιάστατος |
|||