Новогреческий словарь
ανοιχτοκαρδίζω
ανοιχτοκαρδίζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανοιχτοκαρδίζω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
στραπατσάρης
—
ευεπίδεκτος
—
παραγγελιοδόχος
—
βυθίζω
—
εκβαρβαρώνω
—
αγαπός
—
απειροστό
—
επινοημένος
—
μολογάω
—
αντιπολιομυελιτικός
—
διασπαστής
—
ανθίσταμαι
—
συλητής
—
άσχετος
—
κολακευτικώς
—
πλατσουκομύτης
—
επιδερμίδα
—
συνδικαλιστικός
—
πορνοβοσκία
—
ενοργάνωση
—
ατροπίνη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве