|
ο скалолаз #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово скалолаз? — κρημνοβάτης как с (ново)греческого переводится слово κρημνοβάτης? — скалолаз — κιτρολέμονο — βαρύαυλος — άρατα-πέρατα — πανσοβιετικός — αργυρίνη — βαμβακοσυλλέκτης — υγρολογία — πί — ιωδιούχος — αεριώθηση — ζαριά — εικονογραφημένος — εισιτήριος — μουσικομανία — υστεροελλαδικός — σκουλάτος — πολυπραγμονώ — νταβράντισμα — ραΐζω — αλλόγλωσσος — κατάπρυμος |
|||