|
η производство красок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово производство красок? — χρωματουργία как с (ново)греческого переводится слово χρωματουργία? — производство красок — νεοπλασματικός — μελισσόκομείο — αρτοπώλις — ευπρεπώς — διανομείον — καταφορά — κιχώρι — πάρεργο — λαξεύομαι — φορτωτήρας — προδόρπιον — κλωστήριο — παράγραφος — καθαριστήριο — εκκένωση — πλακοστρώνω — κουράζω — μπλεξιά — ἀναστέκομαι — σχολή — μετασχηματισμένος |
|||