|
двадцатичетырёхчасовой, суточный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово двадцатичетырёхчасовой? — εικοσιτετράωρος как на (ново)греческом будет слово суточный? — εικοσιτετράωρος как с (ново)греческого переводится слово εικοσιτετράωρος? — двадцатичетырёхчасовой, суточный — αλπινικός — πιστευτός — πειθαρχικά — διαρρέω — άνομβρος — εθελόδουλος — σουπέ — μεγαλόδωρος — σαλοτραπεζαρία — Σαββατοκύριακο — ξεμεθώ — μπολσεβίκικος — κατανικώ — μετερίζι — αλλοπαθητικός — κοχλιακός — λεχών — τυπολατρεία — κυρά — φυσιογνωστικός — γανίλα |
|||