|
американский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово американский? — αμερικάνικος как с (ново)греческого переводится слово αμερικάνικος? — американский — φιλοδίκαιος — πλασματικός — αποψιλωτικό — τζοβαΐρι — ξαναέρχομαι — γρούζο — ευκατάστατος — μινάρω — ταξιδιωτικός — δεντροκομία — επιστημονικός — παραστράτισμα — παράγραφος — χρηματοδοτικός — εκφορά — πεθαμένα — επιμολύβδωση — πενήντα — πορδή — επονομασία — ταμπούρλο |
|||