|
незапылённый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово незапылённый? — ασκόνιστος как с (ново)греческого переводится слово ασκόνιστος? — незапылённый — κωλοδικηγόρος — προλογικός — διακονιά — σαπιοκάραβο — αρχιλήσταρχος — πολυδουλεμένος — αντιτορπιλλικό — καθεστηκυία — ζαφειρόπετρα — Αγγλία — γουρουνοτόμαρο — μακροήμερος — ψευδόστομα — ανερρούφα — αφορισμός — δημοσιονομικός — γρεναδίνη — απόπληκτος — πτωχαλαζονεία — αταπείνωτος — αλγομανία |
|||