|
почётный; ~ον μέλος — почётный член; ~ πολίτης — почётный гражданин; ~ τίτλος — почётное звание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово почётный? — επίτιμος как с (ново)греческого переводится слово επίτιμος? — почётный — δρίματα — ψυχεράδα — κτηματόγραφο — διυλισηκός — αντλιοστάσιο — αιχμαλωτίζω — ασημοκοπώ — σύρτη — ιματιοφυλάκιο — προκαθορίζω — μαρρόν — κατσαρόλα — πρεζάρισμα — επιβατικός — αλήτης — γυφτόπουλο — επάνσισμα — ανακάθομαι — μπατζανάκισσα — σαλεπιτζής — ξάφτω |
|||