|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεταξοϋφαντουργός? — — ζωοποιώ — αδιαφέντευτος — φιλόδοξα — διασταλάζω — απέπτην — λιθοδομία — λοξοδρομία — αστεριασμένος — στρατιωτάκι — ονειδισμός — πλεονεκτικός — χειρόμυλος — τηρώ — γουργουρητό — λογούδικο — μονωτήρας — γυροβολιάζω — ξετύλιχτος — άγνωστος — ξενοφοβία — ολιγαρχικός |
|||