σκεπαστήριον

формы словаβ
σκεπαστήριον
το навес (от дождя или солнца)



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово навес? — σκεπαστήριον
как с (ново)греческого переводится слово σκεπαστήριον? — навес


ρεβίθιπλάγιοςμονοκομματικόςχορευτικόςστερημένοςψιλόβροχοανελικτόςχιλιομετρώυπαισθησίαριζωματικόςαρραβωνιάρηςσπαζοκέφηςθανήακατέργαστοςπροασπιστήςαδερφώνωληστοκρατούμαικέντισμααντιπυροβόλησιςμαργιόλικοςπροάσπιση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit